Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προστιλάω
προστιμάω
προστίμημα
προστίμησις
πρόστιμον
προστιμωρέω
προστινάσσω
προστοιχειόω
προστόμιον
προστομίς
πρόστομος
προστοχάζομαι
προστραγῳδέω
προστρατεύω
προστρατηγέω
προστραχηλίζω
προστρεβλόω
προστρέπω
προστρέφω
προστρέχω
προστρίβω
View word page
πρόστομος
pointed

ShortDef

pointed

Debugging

Headword:
πρόστομος
Headword (normalized):
πρόστομος
Headword (normalized/stripped):
προστομος
IDX:
76300
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76301
Key:

Data

{'content': 'pointed'}