Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προστακτικός
προστακτός
προσταλαιπωρέω
πρόσταξις
προσταράσσω
προσταργανόω
προστάς
προστασία
προστάσιος
πρόστασις
προστάσσω
προστατεία
προστατευτικός
προστατεύω
προστατέω
προστατήριος
προστάτης
προστατικός
προστάτις
προσταυρόω
προσταφιδόομαι
View word page
προστάσσω
to order

ShortDef

to order

Debugging

Headword:
προστάσσω
Headword (normalized):
προστάσσω
Headword (normalized/stripped):
προστασσω
IDX:
76254
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76255
Key:

Data

{'content': 'to order'}