Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσσφάζω
προσσφίγγω
προσσφραγίζω
προσσχεδιάζω
προσσχητέον
προσσώρευσις
προσσωρεύω
πρόσταγμα
προστακτέον
προστακτέος
προστακτικός
προστακτός
προσταλαιπωρέω
πρόσταξις
προσταράσσω
προσταργανόω
προστάς
προστασία
προστάσιος
πρόστασις
προστάσσω
View word page
προστακτικός
of or for commanding, imperative, imperious
ShortDef
of or for commanding, imperative, imperious
Debugging
Headword:
προστακτικός
Headword (normalized):
προστακτικός
Headword (normalized/stripped):
προστακτικος
IDX:
76244
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76245
Key:
Data
{'content': 'of or for commanding, imperative, imperious'}