Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσσύρω
προσσφάζω
προσσφίγγω
προσσφραγίζω
προσσχεδιάζω
προσσχητέον
προσσώρευσις
προσσωρεύω
πρόσταγμα
προστακτέον
προστακτέος
προστακτικός
προστακτός
προσταλαιπωρέω
πρόσταξις
προσταράσσω
προσταργανόω
προστάς
προστασία
προστάσιος
πρόστασις
View word page
προστακτέος
one must order

ShortDef

one must order

Debugging

Headword:
προστακτέος
Headword (normalized):
προστακτέος
Headword (normalized/stripped):
προστακτεος
IDX:
76243
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76244
Key:

Data

{'content': 'one must order'}