Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνθοδόκος
ἀνθοκάρηνος
ἀνθοκομέω
ἀνθοκόμος
ἀνθοκρατέω
ἀνθόκροκος
ἀνθολκή
ἀνθολογέω
ἀνθολογία
ἀνθολογικά
ἀνθολόγιον
ἀνθολόγος
ἀνθομιλέω
ἀνθόμοιος
ἀνθομοιόω
ἀνθομολογέομαι
ἀνθομολόγησις
ἀνθονομέω
ἀνθονόμος
ἀνθοπλίζω
ἀνθόπλισις
View word page
ἀνθολόγιον
collection of extracts

ShortDef

collection of extracts

Debugging

Headword:
ἀνθολόγιον
Headword (normalized):
ἀνθολόγιον
Headword (normalized/stripped):
ανθολογιον
IDX:
7623
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7624
Key:

Data

{'content': 'collection of extracts'}