Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσσυγχρίω
προσσυγχωρέω
προσσυκοφαντέω
προσσυλάω
προσσυλλαμβάνω
προσσυμβάλλομαι
προσσυμπλέκω
προσσυνάγω
προσσυναποβάλλω
προσσυνάπτω
προσσυνείρω
προσσυνεργέω
προσσυνθερμαίνω
προσσυνίημι
προσσυνίστημι
προσσυνοικέω
προσσυνοικίζω
προσσυντελέω
προσσυντίθεμαι
προσσυρίζω
προσσύρω
View word page
προσσυνείρω
string together in addition (not in LSJ, Diod. Sic. 16.92.3)
ShortDef
string together in addition (not in LSJ, Diod. Sic. 16.92.3)
Debugging
Headword:
προσσυνείρω
Headword (normalized):
προσσυνείρω
Headword (normalized/stripped):
προσσυνειρω
IDX:
76223
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76224
Key:
Data
{'content': 'string together in addition (not in LSJ, Diod. Sic. 16.92.3)'}