Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσστρώννυμι
προσσυγχρίω
προσσυγχωρέω
προσσυκοφαντέω
προσσυλάω
προσσυλλαμβάνω
προσσυμβάλλομαι
προσσυμπλέκω
προσσυνάγω
προσσυναποβάλλω
προσσυνάπτω
προσσυνείρω
προσσυνεργέω
προσσυνθερμαίνω
προσσυνίημι
προσσυνίστημι
προσσυνοικέω
προσσυνοικίζω
προσσυντελέω
προσσυντίθεμαι
προσσυρίζω
View word page
προσσυνάπτω
add besides
ShortDef
add besides
Debugging
Headword:
προσσυνάπτω
Headword (normalized):
προσσυνάπτω
Headword (normalized/stripped):
προσσυναπτω
IDX:
76222
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76223
Key:
Data
{'content': 'add besides'}