Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσστοχάζομαι
προσστρατοπεδεύω
προσστρώννυμι
προσσυγχρίω
προσσυγχωρέω
προσσυκοφαντέω
προσσυλάω
προσσυλλαμβάνω
προσσυμβάλλομαι
προσσυμπλέκω
προσσυνάγω
προσσυναποβάλλω
προσσυνάπτω
προσσυνείρω
προσσυνεργέω
προσσυνθερμαίνω
προσσυνίημι
προσσυνίστημι
προσσυνοικέω
προσσυνοικίζω
προσσυντελέω
View word page
προσσυνάγω
collect in addition, Yale Classical Studies

ShortDef

collect in addition, Yale Classical Studies

Debugging

Headword:
προσσυνάγω
Headword (normalized):
προσσυνάγω
Headword (normalized/stripped):
προσσυναγω
IDX:
76220
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76221
Key:

Data

{'content': 'collect in addition, Yale Classical Studies'}