Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνθοβοσκός
ἀνθογραφέω
ἀνθοδίαιτος
ἀνθοδόκος
ἀνθοκάρηνος
ἀνθοκομέω
ἀνθοκόμος
ἀνθοκρατέω
ἀνθόκροκος
ἀνθολκή
ἀνθολογέω
ἀνθολογία
ἀνθολογικά
ἀνθολόγιον
ἀνθολόγος
ἀνθομιλέω
ἀνθόμοιος
ἀνθομοιόω
ἀνθομολογέομαι
ἀνθομολόγησις
ἀνθονομέω
View word page
ἀνθολογέω
gather flowers
ShortDef
gather flowers
Debugging
Headword:
ἀνθολογέω
Headword (normalized):
ἀνθολογέω
Headword (normalized/stripped):
ανθολογεω
IDX:
7620
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7621
Key:
Data
{'content': 'gather flowers'}