Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσριζόω
προσρίπτω
προσρυθμίζω
προσσαίνω
προσσαίρω
προσσέβω
προσσεύω
προσσημαίνω
προσσημειόω
προσσιελίζω
προσσιτέω
προσσκαλεύω
προσσκάπτω
προσσκέλλω
προσσκηνέω
προσσκοπέω
προσσκώπτω
προσσπαίρω
προσσπάομαι
προσσπένδω
προσσπεύδω
View word page
προσσιτέω
feed also on

ShortDef

feed also on

Debugging

Headword:
προσσιτέω
Headword (normalized):
προσσιτέω
Headword (normalized/stripped):
προσσιτεω
IDX:
76189
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76190
Key:

Data

{'content': 'feed also on'}