Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρόσπταισμα
προσπταίω
προσπτήσσω
πρόσπτυγμα
προσπτυγμάτιον
προσπτύσσομαι
προσπτύσσω
πρόσπτυστος
προσπτύω
πρόσπτωσις
προσπυνθάνομαι
προσπυριάω
προσπυρόω
προσπωλέω
προσραίνω
πρόσραμμα
προσραντέον
πρόσραξις
προσραπτέον
προσραπτέος
προσράπτω
View word page
προσπυνθάνομαι
inquire

ShortDef

inquire

Debugging

Headword:
προσπυνθάνομαι
Headword (normalized):
προσπυνθάνομαι
Headword (normalized/stripped):
προσπυνθανομαι
IDX:
76156
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76157
Key:

Data

{'content': 'inquire'}