Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνθοβαφής
ἀνθοβαφία
ἀνθοβάφος
ἀνθοβολέω
ἀνθοβόλησις
ἀνθόβολος
ἀνθοβοσκός
ἀνθογραφέω
ἀνθοδίαιτος
ἀνθοδόκος
ἀνθοκάρηνος
ἀνθοκομέω
ἀνθοκόμος
ἀνθοκρατέω
ἀνθόκροκος
ἀνθολκή
ἀνθολογέω
ἀνθολογία
ἀνθολογικά
ἀνθολόγιον
ἀνθολόγος
View word page
ἀνθοκάρηνος
crowned with flowers

ShortDef

crowned with flowers

Debugging

Headword:
ἀνθοκάρηνος
Headword (normalized):
ἀνθοκάρηνος
Headword (normalized/stripped):
ανθοκαρηνος
IDX:
7614
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7615
Key:

Data

{'content': 'crowned with flowers'}