Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσπολέω
προσπολιτεύομαι
πρόσπολος
προσπονέομαι
προσπονέω
προσπορεύομαι
προσπορίζω
προσπόρισμα
προσπορπατός
πρόσπου
προσπράσσω
προσπρίασθαι
πρόσπταισις
πρόσπταισμα
προσπταίω
προσπτήσσω
πρόσπτυγμα
προσπτυγμάτιον
προσπτύσσομαι
προσπτύσσω
πρόσπτυστος
View word page
προσπράσσω
exact

ShortDef

exact

Debugging

Headword:
προσπράσσω
Headword (normalized):
προσπράσσω
Headword (normalized/stripped):
προσπρασσω
IDX:
76143
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76144
Key:

Data

{'content': 'exact'}