Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνθιππεύω
ἀνθισμός
ἀνθίστημι
ἀνθοβαφής
ἀνθοβαφία
ἀνθοβάφος
ἀνθοβολέω
ἀνθοβόλησις
ἀνθόβολος
ἀνθοβοσκός
ἀνθογραφέω
ἀνθοδίαιτος
ἀνθοδόκος
ἀνθοκάρηνος
ἀνθοκομέω
ἀνθοκόμος
ἀνθοκρατέω
ἀνθόκροκος
ἀνθολκή
ἀνθολογέω
ἀνθολογία
View word page
ἀνθογραφέω
paint in bright colours

ShortDef

paint in bright colours

Debugging

Headword:
ἀνθογραφέω
Headword (normalized):
ἀνθογραφέω
Headword (normalized/stripped):
ανθογραφεω
IDX:
7611
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7612
Key:

Data

{'content': 'paint in bright colours'}