Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγριοπήγανον
ἀγριοποιέω
ἀγριοποιός
ἀγριόπρασον
ἀγριορίγανος
ἀγριόρροδον
ἄγριος
ἀγριοσίκυον
ἀγριοσταφίδες
ἀγριοσταφυλίτης
ἀγριότης
ἀγριόφαγρος
ἀγριοφανής
ἀγριόφυτα
ἀγριόφωνος
ἀγριόχοιρος
ἀγριοψωρία
ἀγριόω
Ἀγρίππας
Ἀγριππιασταί
ἄγριππος
View word page
ἀγριότης
wildness, savageness

ShortDef

wildness, savageness

Debugging

Headword:
ἀγριότης
Headword (normalized):
ἀγριότης
Headword (normalized/stripped):
αγριοτης
IDX:
760
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-761
Key:

Data

{'content': 'wildness, savageness'}