Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσπερμεία
προσπερονάω
προσπέτομαι
προσπεφυκότως
πρόσπηγμα
προσπήγνυμι
προσπηδάω
προσπηλόω
προσπηχύνομαι
προσπιέζω
προσπικραίνω
προσπίλναμαι
προσπίνω
προσπιπίσκω
προσπιπράσκω
προσπίπτω
προσπιστεύω
προσπίτνω
προσπλάζω
προσπλάσσω
προσπλαστικός
View word page
προσπικραίνω
become angry with

ShortDef

become angry with

Debugging

Headword:
προσπικραίνω
Headword (normalized):
προσπικραίνω
Headword (normalized/stripped):
προσπικραινω
IDX:
76098
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76099
Key:

Data

{'content': 'become angry with'}