Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσπεριγίγνομαι
προσπεριειλέω
προσπεριεργάζομαι
προσπερίκειμαι
προσπερικόπτω
προσπεριλαμβάνω
προσπεριοδεύω
προσπεριορίζομαι
προσπεριποιέω
προσπερμεία
προσπερονάω
προσπέτομαι
προσπεφυκότως
πρόσπηγμα
προσπήγνυμι
προσπηδάω
προσπηλόω
προσπηχύνομαι
προσπιέζω
προσπικραίνω
προσπίλναμαι
View word page
προσπερονάω
to fasten by means of a pin

ShortDef

to fasten by means of a pin

Debugging

Headword:
προσπερονάω
Headword (normalized):
προσπερονάω
Headword (normalized/stripped):
προσπεροναω
IDX:
76089
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76090
Key:

Data

{'content': 'to fasten by means of a pin'}