Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσορέγομαι
προσορέγω
προσορέω
πρόσορθρος
προσορίζω
προσορμάω
προσορμέω
προσορμίζω
προσόρμισις
προσορμιστήριον
πρόσορμος
πρόσορος
προσορχέομαι
προσοσφραίνω
προσουδίζω
προσουρέω
πρόσουρος
προσοφείλω
προσοφθαλμιάω
προσοφλισκάνω
προσοχή
View word page
πρόσορμος
a landing-place
ShortDef
a landing-place
Debugging
Headword:
πρόσορμος
Headword (normalized):
πρόσορμος
Headword (normalized/stripped):
προσορμος
IDX:
76003
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76004
Key:
Data
{'content': 'a landing-place'}