Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνθηρός
ἀνθηρότης
ἄνθησις
ἀνθησσάομαι
ἀνθησυχάζω
ἀνθητικός
ἀνθίας
ἀνθιερόω
ἀνθίζω
ἀνθικός
ἀνθινός
ἄνθινος
ἄνθιον
ἀνθιππάρχης
ἀνθιππασία
ἀνθιππεύω
ἀνθισμός
ἀνθίστημι
ἀνθοβαφής
ἀνθοβαφία
ἀνθοβάφος
View word page
ἀνθινός
like flowers, blooming, fresh
ShortDef
like flowers, blooming, fresh
Debugging
Headword:
ἀνθινός
Headword (normalized):
ἀνθινός
Headword (normalized/stripped):
ανθινος
IDX:
7596
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7597
Key:
Data
{'content': 'like flowers, blooming, fresh'}