Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσμένω
προσμερίζω
προσμεταδίδωμι
προσμεταπέμπομαι
προσμετεωρίζω
προσμετρέω
προσμηκύνω
προσμηνύω
προσμηχανάομαι
προσμηχανητέον
προσμήχω
προσμισέω
προσμισθόω
προσμοιράζω
προσμοιχεύω
προσμολεῖν
προσμολυβδοχοέω
πρόσμονος
πρόσμορος
προσμυθέομαι
προσμυθεύω
View word page
προσμήχω
rub beforehand

ShortDef

rub beforehand

Debugging

Headword:
προσμήχω
Headword (normalized):
προσμήχω
Headword (normalized/stripped):
προσμηχω
IDX:
75911
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75912
Key:

Data

{'content': 'rub beforehand'}