Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσμέμφομαι
προσμένω
προσμερίζω
προσμεταδίδωμι
προσμεταπέμπομαι
προσμετεωρίζω
προσμετρέω
προσμηκύνω
προσμηνύω
προσμηχανάομαι
προσμηχανητέον
προσμήχω
προσμισέω
προσμισθόω
προσμοιράζω
προσμοιχεύω
προσμολεῖν
προσμολυβδοχοέω
πρόσμονος
πρόσμορος
προσμυθέομαι
View word page
προσμηχανητέον
one must contrive besides

ShortDef

one must contrive besides

Debugging

Headword:
προσμηχανητέον
Headword (normalized):
προσμηχανητέον
Headword (normalized/stripped):
προσμηχανητεον
IDX:
75910
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75911
Key:

Data

{'content': 'one must contrive besides'}