Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσμειδιάω
πρόσμειξις
προσμελέομαι
προσμελετάω
προσμελῳδέω
προσμέμφομαι
προσμένω
προσμερίζω
προσμεταδίδωμι
προσμεταπέμπομαι
προσμετεωρίζω
προσμετρέω
προσμηκύνω
προσμηνύω
προσμηχανάομαι
προσμηχανητέον
προσμήχω
προσμισέω
προσμισθόω
προσμοιράζω
προσμοιχεύω
View word page
προσμετεωρίζω
raise besides

ShortDef

raise besides

Debugging

Headword:
προσμετεωρίζω
Headword (normalized):
προσμετεωρίζω
Headword (normalized/stripped):
προσμετεωριζω
IDX:
75905
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75906
Key:

Data

{'content': 'raise besides'}