Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσλυσσάω
προσμαθητέον
προσμαθητέος
πρόσμακρος
προσμανθάνω
προσμαντεύομαι
προσμαρτυρέω
προσμαρτύρομαι
προσμάρτυρος
προσμάσσω
προσμαστιγόω
προσμάχομαι
προσμάω
προσμείγνυμι
προσμειδιάω
πρόσμειξις
προσμελέομαι
προσμελετάω
προσμελῳδέω
προσμέμφομαι
προσμένω
View word page
προσμαστιγόω
whip

ShortDef

whip

Debugging

Headword:
προσμαστιγόω
Headword (normalized):
προσμαστιγόω
Headword (normalized/stripped):
προσμαστιγοω
IDX:
75891
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75892
Key:

Data

{'content': 'whip'}