Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσλαλέω
προσλαλιά
προσλαμβάνω
προσλάμπω
πρόσλαμψις
προσλέγω
προσλειόω
προσλείπω
προσλειτουργέω
προσλεπτύνω
προσλεύσσω
προσλέχομαι
πρόσλημμα
προσληπτέον
προσληπτέος
προσληπτικός
πρόσληψις
προσλιμενίζομαι
προσλιπαίνω
προσλιπαρέω
προσλιπάρησις
View word page
προσλεύσσω
to look on

ShortDef

to look on

Debugging

Headword:
προσλεύσσω
Headword (normalized):
προσλεύσσω
Headword (normalized/stripped):
προσλευσσω
IDX:
75861
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75862
Key:

Data

{'content': 'to look on'}