Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσκυρόω
προσκύρωσις
προσκωμάζω
πρόσκωπος
προσλαγχάνω
προσλάζυμαι
προσλάκκιον
προσλαλέω
προσλαλιά
προσλαμβάνω
προσλάμπω
πρόσλαμψις
προσλέγω
προσλειόω
προσλείπω
προσλειτουργέω
προσλεπτύνω
προσλεύσσω
προσλέχομαι
πρόσλημμα
προσληπτέον
View word page
προσλάμπω
to shine with

ShortDef

to shine with

Debugging

Headword:
προσλάμπω
Headword (normalized):
προσλάμπω
Headword (normalized/stripped):
προσλαμπω
IDX:
75854
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75855
Key:

Data

{'content': 'to shine with'}