Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσκοπή
προσκοπή2
προσκόπησις
προσκοπητέον
προσκόπιον
πρόσκοπος
προσκοπτικός
προσκόπτω
προσκορής
προσκορίζομαι
προσκοροδοφαγέω
προσκοσμέω
προσκόσμημα
προσκόσμησις
προσκοτέω
προσκουφίζομαι
πρόσκοψις
προσκρατύνω
προσκρεμάννυμι
προσκρίνω
πρόσκρισις
View word page
προσκοροδοφαγέω
eat garlic first

ShortDef

eat garlic first

Debugging

Headword:
προσκοροδοφαγέω
Headword (normalized):
προσκοροδοφαγέω
Headword (normalized/stripped):
προσκοροδοφαγεω
IDX:
75806
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75807
Key:

Data

{'content': 'eat garlic first'}