Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσκλείω
προσκληρόω
πρόσκλησις
προσκλητικός
πρόσκλητος
πρόσκλιμα
προσκλινής
πρόσκλιντρον
προσκλίνω
πρόσκλισις
πρόσκλιτον
προσκλύζω
πρόσκλυσις
πρόσκλυσμα
προσκλυστέον
προσκλύστιος
προσκνάομαι
προσκνήθω
προσκνυζάομαι
προσκογχυλίζομαι
προσκοιμίζομαι
View word page
πρόσκλιτον
couch
ShortDef
couch
Debugging
Headword:
πρόσκλιτον
Headword (normalized):
πρόσκλιτον
Headword (normalized/stripped):
προσκλιτον
IDX:
75770
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75771
Key:
Data
{'content': 'couch'}