Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσκιθαρίζω
προσκινδυνεύω
προσκινέομαι
προσκιχρῶ
προσκλαίω
προσκλάομαι
προσκλείω
προσκληρόω
πρόσκλησις
προσκλητικός
πρόσκλητος
πρόσκλιμα
προσκλινής
πρόσκλιντρον
προσκλίνω
πρόσκλισις
πρόσκλιτον
προσκλύζω
πρόσκλυσις
πρόσκλυσμα
προσκλυστέον
View word page
πρόσκλητος
specially summoned

ShortDef

specially summoned

Debugging

Headword:
πρόσκλητος
Headword (normalized):
πρόσκλητος
Headword (normalized/stripped):
προσκλητος
IDX:
75764
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75765
Key:

Data

{'content': 'specially summoned'}