Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσκείρομαι
προσκέλλω
προσκενόω
προσκενωτέον
προσκεπαστής
προσκερδαίνω
προσκεφαλάδιον
προσκεφάλαιον
προσκεφαλίς
προσκέφαλον
προσκηδής
προσκήνιον
προσκήπτω
προσκηρυκεύομαι
προσκηρύσσω
προσκιγκλίζομαι
προσκιθαρίζω
προσκινδυνεύω
προσκινέομαι
προσκιχρῶ
προσκλαίω
View word page
προσκηδής
bringing into alliance; connected by marriage

ShortDef

bringing into alliance; connected by marriage

Debugging

Headword:
προσκηδής
Headword (normalized):
προσκηδής
Headword (normalized/stripped):
προσκηδης
IDX:
75748
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75749
Key:

Data

{'content': 'bringing into alliance; connected by marriage'}