Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρόσκαυσις
προσκαυστικός
προσκεδάννυμι
πρόσκειμαι
προσκείρομαι
προσκέλλω
προσκενόω
προσκενωτέον
προσκεπαστής
προσκερδαίνω
προσκεφαλάδιον
προσκεφάλαιον
προσκεφαλίς
προσκέφαλον
προσκηδής
προσκήνιον
προσκήπτω
προσκηρυκεύομαι
προσκηρύσσω
προσκιγκλίζομαι
προσκιθαρίζω
View word page
προσκεφαλάδιον
dim., pillow

ShortDef

dim., pillow

Debugging

Headword:
προσκεφαλάδιον
Headword (normalized):
προσκεφαλάδιον
Headword (normalized/stripped):
προσκεφαλαδιον
IDX:
75744
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75745
Key:

Data

{'content': 'dim., pillow'}