Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσκατηγορέω
προσκατοικίζω
προσκατόμνυμαι
προσκατορθόω
προσκαυλέω
πρόσκαυμα
πρόσκαυσις
προσκαυστικός
προσκεδάννυμι
πρόσκειμαι
προσκείρομαι
προσκέλλω
προσκενόω
προσκενωτέον
προσκεπαστής
προσκερδαίνω
προσκεφαλάδιον
προσκεφάλαιον
προσκεφαλίς
προσκέφαλον
προσκηδής
View word page
προσκείρομαι
shave oneself besides

ShortDef

shave oneself besides

Debugging

Headword:
προσκείρομαι
Headword (normalized):
προσκείρομαι
Headword (normalized/stripped):
προσκειρομαι
IDX:
75738
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75739
Key:

Data

{'content': 'shave oneself besides'}