Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσκατάγω
προσκαταδείδω
προσκαταδείκνυμι
προσκαταδεσμέω
προσκαταδέω
προσκαταίρω
προσκαταισχύνω
προσκατακλαίομαι
προσκατακλείω
προσκατακλίνομαι
προσκατακλύζω
προσκατακτάομαι
προσκατακτείνω
προσκατακυκάω
προσκαταλαλέω
προσκαταλαμβάνω
προσκαταλέγω
προσκαταλείπω
προσκαταλείφω
προσκαταλεπτύνω
προσκαταλλάττομαι
View word page
προσκατακλύζω
deluge still more

ShortDef

deluge still more

Debugging

Headword:
προσκατακλύζω
Headword (normalized):
προσκατακλύζω
Headword (normalized/stripped):
προσκατακλυζω
IDX:
75673
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75674
Key:

Data

{'content': 'deluge still more'}