Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσκαταγελάω
προσκαταγιγνώσκω
προσκαταγράφω
προσκατάγω
προσκαταδείδω
προσκαταδείκνυμι
προσκαταδεσμέω
προσκαταδέω
προσκαταίρω
προσκαταισχύνω
προσκατακλαίομαι
προσκατακλείω
προσκατακλίνομαι
προσκατακλύζω
προσκατακτάομαι
προσκατακτείνω
προσκατακυκάω
προσκαταλαλέω
προσκαταλαμβάνω
προσκαταλέγω
προσκαταλείπω
View word page
προσκατακλαίομαι
lament one with another

ShortDef

lament one with another

Debugging

Headword:
προσκατακλαίομαι
Headword (normalized):
προσκατακλαίομαι
Headword (normalized/stripped):
προσκατακλαιομαι
IDX:
75670
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75671
Key:

Data

{'content': 'lament one with another'}