Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσθέτησις
προσθετικός
πρόσθετος
προσθέω
προσθεωρέω
προσθεωρητέον
προσθήκη
πρόσθημα
προσθιγγάνω
πρόσθιος
προσθλάω
προσθλίβω
πρόσθλιψις
προσθόδομος
προσθοφανής
προσθροέω
προσθύμιος
προσθυραῖος
προσιατρεύω
προσιδρύω
προσιζάνω
View word page
προσθλάω
squeeze against
ShortDef
squeeze against
Debugging
Headword:
προσθλάω
Headword (normalized):
προσθλάω
Headword (normalized/stripped):
προσθλαω
IDX:
75595
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75596
Key:
Data
{'content': 'squeeze against'}