Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσθεμέλιον
πρόσθεν
πρόσθεσις
προσθεσμία
προσθετέον
προσθετέος
προσθέτης
προσθέτησις
προσθετικός
πρόσθετος
προσθέω
προσθεωρέω
προσθεωρητέον
προσθήκη
πρόσθημα
προσθιγγάνω
πρόσθιος
προσθλάω
προσθλίβω
πρόσθλιψις
προσθόδομος
View word page
προσθέω
to run towards

ShortDef

to run towards

Debugging

Headword:
προσθέω
Headword (normalized):
προσθέω
Headword (normalized/stripped):
προσθεω
IDX:
75588
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75589
Key:

Data

{'content': 'to run towards'}