Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσήνεια
προσήνεμος
προσηνής
προσήπω
προσηρμοσμένως
προσηχέω
προσηχής
προσηῷος
πρόσθα
προσθαγενής
προσθακέω
προσθάλπω
προσθαρσέω
προσθαυμάζω
προσθαφαίρεσις
προσθαφαιρέω
προσθεάομαι
πρόσθεμα
προσθεμέλιον
πρόσθεν
πρόσθεσις
View word page
προσθακέω
to sit beside
ShortDef
to sit beside
Debugging
Headword:
προσθακέω
Headword (normalized):
προσθακέω
Headword (normalized/stripped):
προσθακεω
IDX:
75570
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75571
Key:
Data
{'content': 'to sit beside'}