Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσημερεύω
προσήμερος
προσήνεια
προσήνεμος
προσηνής
προσήπω
προσηρμοσμένως
προσηχέω
προσηχής
προσηῷος
πρόσθα
προσθαγενής
προσθακέω
προσθάλπω
προσθαρσέω
προσθαυμάζω
προσθαφαίρεσις
προσθαφαιρέω
προσθεάομαι
πρόσθεμα
προσθεμέλιον
View word page
πρόσθα
before

ShortDef

before

Debugging

Headword:
πρόσθα
Headword (normalized):
πρόσθα
Headword (normalized/stripped):
προσθα
IDX:
75568
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75569
Key:

Data

{'content': 'before'}