Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσήλιος
προσηλόω
προσηλύτευσις
προσηλυτεύω
προσήλυτος
προσήλωσις
πρόσημαι
προσημαίνω
προσημαντικός
προσημασία
προσημειόομαι
προσημερεύω
προσήμερος
προσήνεια
προσήνεμος
προσηνής
προσήπω
προσηρμοσμένως
προσηχέω
προσηχής
προσηῷος
View word page
προσημειόομαι
prognosticate

ShortDef

prognosticate

Debugging

Headword:
προσημειόομαι
Headword (normalized):
προσημειόομαι
Headword (normalized/stripped):
προσημειοομαι
IDX:
75557
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75558
Key:

Data

{'content': 'prognosticate'}