Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσήκω
προσηλιάζομαι
προσήλιος
προσηλόω
προσηλύτευσις
προσηλυτεύω
προσήλυτος
προσήλωσις
πρόσημαι
προσημαίνω
προσημαντικός
προσημασία
προσημειόομαι
προσημερεύω
προσήμερος
προσήνεια
προσήνεμος
προσηνής
προσήπω
προσηρμοσμένως
προσηχέω
View word page
προσημαντικός
presignifying

ShortDef

presignifying

Debugging

Headword:
προσημαντικός
Headword (normalized):
προσημαντικός
Headword (normalized/stripped):
προσημαντικος
IDX:
75555
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75556
Key:

Data

{'content': 'presignifying'}