Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσηγορέω
προσηγόρημα
προσηγορητικόν
προσηγορία
προσηγορικός
προσήγορος
προσήδομαι
προσηκόντως
προσήκω
προσηλιάζομαι
προσήλιος
προσηλόω
προσηλύτευσις
προσηλυτεύω
προσήλυτος
προσήλωσις
πρόσημαι
προσημαίνω
προσημαντικός
προσημασία
προσημειόομαι
View word page
προσήλιος
towards the sun, exposed to the sun, sunny
ShortDef
towards the sun, exposed to the sun, sunny
Debugging
Headword:
προσήλιος
Headword (normalized):
προσήλιος
Headword (normalized/stripped):
προσηλιος
IDX:
75547
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75548
Key:
Data
{'content': 'towards the sun, exposed to the sun, sunny'}