Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσέτι
προσετοιμάζω
πρόσευγμα
προσευεργετέω
προσευθύνω
προσευκαιρέω
προσευκτήριον
προσευκτικός
προσευλαβέομαι
προσευλογέω
προσευνάζομαι
προσευπορέω
προσευρίσκω
προσευσχολέω
προσευτελίζω
προσευφραίνω
προσευχή
προσεύχομαι
προσεφάπτομαι
προσεφέλκομαι
προσέχεια
View word page
προσευνάζομαι
come to rest upon

ShortDef

come to rest upon

Debugging

Headword:
προσευνάζομαι
Headword (normalized):
προσευνάζομαι
Headword (normalized/stripped):
προσευναζομαι
IDX:
75513
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75514
Key:

Data

{'content': 'come to rest upon'}