Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεπιχαράσσω
προσεπιχαρίζομαι
προσεπιχέω
προσεπιχώννυμι
προσεπιψεύδομαι
προσεπιψηφίζομαι
προσεπόμνυμι
προσεποφλισκάνω
προσερανίζω
προσεργάζομαι
πρόσεργον
προσέρδω
προσερεθίζω
προσερείδω
προσέρεισις
προσερέσθαι
προσερεύγομαι
προσερέω
προσερίζω
προσεριστής
προσέρπω
View word page
πρόσεργον
earnings, the interest of money

ShortDef

earnings, the interest of money

Debugging

Headword:
πρόσεργον
Headword (normalized):
πρόσεργον
Headword (normalized/stripped):
προσεργον
IDX:
75482
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75483
Key:

Data

{'content': 'earnings, the interest of money'}