Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεπιτροπεύομαι
προσεπίτροπος
προσεπιτυγχάνω
προσεπιφαίνομαι
προσεπιφέρω
προσεπιφημίζω
προσεπιφθέγγομαι
προσεπιφθονέω
προσεπιφοιτάω
προσεπιφωνέω
προσεπιφωτίζω
προσεπιχαράσσω
προσεπιχαρίζομαι
προσεπιχέω
προσεπιχώννυμι
προσεπιψεύδομαι
προσεπιψηφίζομαι
προσεπόμνυμι
προσεποφλισκάνω
προσερανίζω
προσεργάζομαι
View word page
προσεπιφωτίζω
throw a light upon as well

ShortDef

throw a light upon as well

Debugging

Headword:
προσεπιφωτίζω
Headword (normalized):
προσεπιφωτίζω
Headword (normalized/stripped):
προσεπιφωτιζω
IDX:
75471
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75472
Key:

Data

{'content': 'throw a light upon as well'}