Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεπιτελέω
προσεπιτέμνω
προσεπιτέρπομαι
προσεπιτεχνάομαι
προσεπιτίθημι
προσεπιτιμάω
προσεπιτραγῳδέω
προσεπιτρέπω
προσεπιτρίβω
προσεπιτροπεύομαι
προσεπίτροπος
προσεπιτυγχάνω
προσεπιφαίνομαι
προσεπιφέρω
προσεπιφημίζω
προσεπιφθέγγομαι
προσεπιφθονέω
προσεπιφοιτάω
προσεπιφωνέω
προσεπιφωτίζω
προσεπιχαράσσω
View word page
προσεπίτροπος
ringleader

ShortDef

ringleader

Debugging

Headword:
προσεπίτροπος
Headword (normalized):
προσεπίτροπος
Headword (normalized/stripped):
προσεπιτροπος
IDX:
75462
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75463
Key:

Data

{'content': 'ringleader'}