Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεπισιτίζομαι
προσεπισκεπτέον
προσεπισκευάζω
προσεπισκήπτω
προσεπισκοπέω
προσεπισκώπτω
προσεπισπάομαι
προσεπίσταμαι
προσεπιστείχω
προσεπιστέλλω
προσεπιστεφανόω
προσεπισυγκρίνω
προσεπισυνάπτω
προσεπισυνετίζω
προσεπισύρω
προσεπισφάττω
προσεπισφίγγω
προσεπισφραγίζομαι
προσεπισχυρίζω
προσεπισωρεύω
προσεπιταλαιπωρέω
View word page
προσεπιστεφανόω
crown besides

ShortDef

crown besides

Debugging

Headword:
προσεπιστεφανόω
Headword (normalized):
προσεπιστεφανόω
Headword (normalized/stripped):
προσεπιστεφανοω
IDX:
75439
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75440
Key:

Data

{'content': 'crown besides'}