Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεπιρρώννυμι
προσεπισεμνύνω
προσεπισημαίνω
προσεπισιτίζομαι
προσεπισκεπτέον
προσεπισκευάζω
προσεπισκήπτω
προσεπισκοπέω
προσεπισκώπτω
προσεπισπάομαι
προσεπίσταμαι
προσεπιστείχω
προσεπιστέλλω
προσεπιστεφανόω
προσεπισυγκρίνω
προσεπισυνάπτω
προσεπισυνετίζω
προσεπισύρω
προσεπισφάττω
προσεπισφίγγω
προσεπισφραγίζομαι
View word page
προσεπίσταμαι
to know besides

ShortDef

to know besides

Debugging

Headword:
προσεπίσταμαι
Headword (normalized):
προσεπίσταμαι
Headword (normalized/stripped):
προσεπισταμαι
IDX:
75436
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75437
Key:

Data

{'content': 'to know besides'}