Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεπιθλιπτέον
προσεπικαλέω
προσεπικατάγω
προσεπικαταδέω
προσεπικαταστρέφω
προσεπικατατείνω
προσεπίκειμαι
προσεπικερτομέω
προσεπικηρύσσω
προσεπικοσμέω
προσεπικρίνω
προσεπικρούω
προσεπικτάομαι
προσεπιλαμβάνω
προσεπιλεαίνω
προσεπιλέγω
προσεπιλιπαίνω
προσεπιλιχμάομαι
προσεπιλογίζομαι
προσεπιλοιμώττω
προσεπιμανθάνω
View word page
προσεπικρίνω
select in addition by

ShortDef

select in addition by

Debugging

Headword:
προσεπικρίνω
Headword (normalized):
προσεπικρίνω
Headword (normalized/stripped):
προσεπικρινω
IDX:
75388
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75389
Key:

Data

{'content': 'select in addition by'}