Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεξηπειρόω
προσεξικμάζω
πρόσεξις
προσεξίστημι
προσεξορκίζω
προσεξυβρίζω
προσεξυφαίνω
προσέοικα
προσεοικότως
προσεπαγγέλλομαι
προσεπάγω
προσεπᾴδω
προσεπαινέω
προσεπαίρω
προσεπαιτιάομαι
προσεπανερέσθαι
προσεπαπειλέω
προσεπαράομαι
προσεπάρχω
προσεπαυξάνω
προσεπαυρίσκομαι
View word page
προσεπάγω
bring besides, add

ShortDef

bring besides, add

Debugging

Headword:
προσεπάγω
Headword (normalized):
προσεπάγω
Headword (normalized/stripped):
προσεπαγω
IDX:
75323
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75324
Key:

Data

{'content': 'bring besides, add'}