Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεξελαύνω
προσεξελέγχω
προσεξελίσσω
προσεξεμέω
προσεξεργάζομαι
προσεξερεθίζω
προσεξερείδομαι
προσεξέρχομαι
προσεξετάζω
προσεξεταστέον
προσεξευπορέω
προσεξεύρεσις
προσεξευρίσκω
προσεξηγέομαι
προσεξηπειρόω
προσεξικμάζω
πρόσεξις
προσεξίστημι
προσεξορκίζω
προσεξυβρίζω
προσεξυφαίνω
View word page
προσεξευπορέω
to be still better prepared

ShortDef

to be still better prepared

Debugging

Headword:
προσεξευπορέω
Headword (normalized):
προσεξευπορέω
Headword (normalized/stripped):
προσεξευπορεω
IDX:
75309
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75310
Key:

Data

{'content': 'to be still better prepared'}