Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεξαγριαίνω
προσεξαιρέω
προσεξαίρω
προσεξαμαρτάνω
προσεξανδραποδίζομαι
προσεξανίσταμαι
προσεξαπατάω
προσεξαπλόω
προσεξάπτω
προσεξασκέω
προσέξαψις
προσεξελαύνω
προσεξελέγχω
προσεξελίσσω
προσεξεμέω
προσεξεργάζομαι
προσεξερεθίζω
προσεξερείδομαι
προσεξέρχομαι
προσεξετάζω
προσεξεταστέον
View word page
προσέξαψις
continual burning

ShortDef

continual burning

Debugging

Headword:
προσέξαψις
Headword (normalized):
προσέξαψις
Headword (normalized/stripped):
προσεξαψις
IDX:
75298
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75299
Key:

Data

{'content': 'continual burning'}